Σέρρες: ” Άντι μαρί μάνα να φτιαξ΄ κανά χουσιάφ ” – Μακεδονίτικα Σαρακοστιανά

Γράφει η: Εύα Πιένκος Ματάκου Πρόεδρος Πολιτιστικού Συλλόγου Εμμανουήλ Παπά Σερρών *

 

Ανατολικά της πόλης των Σερρών υπάρχουν τα Δαρνακοχώρια με την ιδιαίτερη ντοπιολαλιά τους. Ένα από αυτά είναι ο Εμμανουήλ Παπάς, ένα χωριό με δυνατό ονοματεπώνυμο, που θεωρείται ένα από τα ομορφότερα και καλοδιατηρημένα χωριά του Νομού Σερρών. Χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός και διατηρητέος οικισμός με κύριο στοιχείο τη Μακεδονική αρχιτεκτονική.

Είναι χτισμένο στους πρόποδες του Μενοίκιου όρους και παλιά ονομαζόταν Δοβίστα.

Μετονομάστηκε σε Εμμανουήλ Παπάς μια και ήταν η γενέτειρα του ήρωα της εξέγερσης στη Μακεδονία το 1821, ο οποίος θυσίασε τη ζωή του, την οικογένειά του και την περιουσία του στον αγώνα  για την ανεξαρτησία.

Δαμάσκνα κι βιρικουκα να μι φέρς κουρτσούδι μ’

Οι κάτοικοι του χωριού, αν και γεωργοί και κτηνοτρόφοι στην πλειοψηφία τους, έχουν να επιδείξουν πλούσια πολιτιστική δραστηριότητα, άνθηση πολιτιστική και πνευματική  που κορυφώνεται με την ανέγερση των «Εκπαιδευτηρίων Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητας» γνωστού σαν Σχολαρχείο. Επίσης δημιουργία Συλλόγων, παραστάσεων και έκδοση Περιοδικού στις αρχές του 20ου αιώνα. Πολλοί άνθρωποι από το χωριό σπούδασαν και διακρίθηκαν στον τομέα της επιστήμης .

 

 

-Τ’ς σταφίδης να μη ξιχάεις αρή

Ξεχωριστός είναι ο ναός του Αγίου Αθανασίου που κτίστηκε το 1805 με την συμβολή των κατοίκων αλλά και της οικογένειας του Εμμανουήλ Παπά και διακρίνεται για το μοναδικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, (του οποίου η συντήρηση ολοκληρώνεται φέτος) μεταβυζαντινής Μακεδονικής τεχνοτροπίας με τις ανάγλυφες παραστάσεις του, που σε μία από αυτές απεικονίζεται και ο τεχνίτης που κατασκεύασε το τέμπλο. Στο γυναικωνίτη του, υπάρχει εκκλησιαστικό μουσείο με σπάνιες και παλιές εικόνες που οι περισσότερες βγήκαν από τοπικό αγιογραφικό εργαστήριο του χωριού. Επίσης υπάρχει ο μοναδικός  χειρόγραφος  κώδικας του ναού ο οποίος αρχίζει από το 1879.

Το χωριό ξεχωρίζει και για τα λαογραφικά του έθιμα με το σημαντικότερο από όλα το «Κούσασι» στις Αποκριές, το οποίο εδώ και πολύ καιρό το αναβιώνει ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού. Το Κούσασι (μάτιασμα, παντρολόγημα) γίνεται την τελευταία Κυριακή των Απόκρεω με το άναμμα μιας μεγάλης φωτιάς και γύρω γύρω τον κόσμο να αναφωνεί: «Κούσασι κούσασι γέρου παπαγέρου… κλπ τελειώνοντας με την ευχή ποιος να πάρει ποιαν. Η προετοιμασία για το Κουσασι ξεκινούσε λίγο πριν μπούμε στις αποκριές. Τα παιδιά του κάθε «μαχαλά» παίρνοντας τα κατάλληλα εργαλεία έβρισκαν αβατσινιές, τις έκοβαν από τη ρίζα και τις μετέφεραν σε ασφαλές μέρος του «μαχαλά τους» και τα βράδια τις φύλαγαν από τυχόν εισβολείς από άλλους μαχαλάδες, που σκοπό είχαν να κλέψουν τις αβατσινιές και να τις μεταφέρουν ως λάφυρα στο δικό τους χώρο.

Εφόσον είχαν μαζευτεί αρκετά «ξύλα», το βράδυ της Κυριακής  της τελευταίας ημέρας των Απόκρεω σε καθορισμένο μέρος του κάθε μαχαλά μεταφέρονταν τα ξύλα (οι αβαλοί) και άρχιζε το άναμμα και η διαδικασία του Κούσασι.

 

ΧΟΥΣΙΑΦ – ΚΟΜΠΟΣΤΑ

Υλικά: 4 λίτρα νερό, 3 μικρά μίλα, 10 σύκα αποξεραμένα , 10 βερίκοκα αποξεραμένα, 10 δαμάσκηνα αποξεραμένα, 1 κούπα σταφίδα ξανθιά, μισή κούπα κρανμπέρι, 1 κιλό ζάχαρη, 2 ξυλάκια κανέλας , 2 καρφάκια γαρίφαλο , βανίλια

Εκτέλεση:

Σε  νερό που βράζει σε μια μεγάλη κατσαρόλα ρίχνουμε όλα τα υλικά έκτος από τα δαμάσκηνα. Μόλις αρχίζουν να μαλακώνουν τα φρούτα ρίχνουμε και τα δαμάσκηνα για πέντε λεπτά. Προσέχουμε να μην διαλυθούν. Το σερβίρουμε ζεστό ή κρύο.

Το χουσιάφ ήταν το γλυκάκι που τρώγανε οι Τριμερίτσες. Οι Τριμερίτσες ήταν οι γυναίκες του χωριού που αμέσως μετά την τελευταία Κυριακή της αποκριάς, από την Μεγάλη Δευτέρα μέχρι και την Τετάρτη νήστευαν. Η νηστεία τους ήταν τόσο αυστηρή  που δεν έπιναν ούτε νερό. Την Πέμπτη αμέσως μετά την θεία κοινωνία έφτιαχναν αυτό το γλύκισμα, το έτρωγαν και το μοίραζαν στις γειτονιές για την συγχώρηση των ψυχών. Το χουσιάφ τρωγόταν σε όλη την διάρκεια της Σαρακοστής βάζοντας ελάχιστα υλικά, όπως μήλα, αχλάδια, σταφίδες. Σήμερα το γλύκισμα εμπλουτίστηκε με περισσότερα φρούτα και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Εμμανουήλ Παπά το κερνάει κάθε χρόνο στον κόσμο κατά την διάρκεια του εθίμου Κούσασι. Και έτσι το χουσιάφ έγινε γνωστό σε πολύ κόσμο.

ΜΛΙΝΑ – ΡΙΖΟΠΙΤΑ ΑΛΜΥΡΗ

 

Υλικά για το χειροποίητο χωριάτικο φύλλο: 1 κιλό αλεύρι, αλάτι, 1 κουταλιά της σούπας ξύδι, μισή κούπα ελαιόλαδο, 1 ποτήρι χλιαρό νερό

Υλικά για την γέμιση: 1,5 κούπα ρύζι Καρολίνα, 3 ποτήρια νερό, 200 γρ φέτα, 1 αυγό, αλάτι, πιπέρι

Εκτέλεση:

Σε μια λεκάνη ρίχνουμε το αλεύρι, ανοίγουμε μια λακουβίτσα στην μέση και ρίχνουμε το λάδι, το ξύδι, το αλάτι και το χλιαρό νερό. Ζυμώνουμε μέχρι να γίνει η ζύμη μας μαλακή χωρίς να κολλάει στα χέρια. Την πασπαλίζουμε με ελάχιστο αλεύρι, την σκεπάζουμε με μια καθαρή πετσέτα και την αφήνουμε για μισή ώρα να ξεκουραστεί. Όση ώρα ξεκουράζεται η ζύμη ετοιμάζουμε την γέμιση. Βράζουμε το ρύζι σε μια κατσαρόλα με αλατισμένο νερό και όταν απορροφηθεί σχεδόν όλο το νερό την τραβάμε από την φωτιά και αφού προσθέσουμε το μαύρο πιπέρι και το αυγό, το αφήνουμε στην άκρη να κρυώσει. Σημείωση- το ρύζι να είναι ελαφρώς λαπαδιασμένο. Ανοίγουμε το φύλλο και το απλώνουμε σε λαδωμένο σινί (ταψί), ρίχνουμε μέσα το ρύζι και το στρώνουμε ομοιόμορφα σε όλη την επιφάνεια του ταψιού και έπειτα παίρνουμε την φέτα και την τρίβουμε με τα χέρια σε χοντρά κομμάτια πάνω στο ρύζι και κλείνουμε με δεύτερο χειροποίητο φύλλο. Την λαδώνουμε και την ψήνουμε στον φούρνο σε θερμοκρασία 220 βαθμούς κελσίου μέχρι να ροδίσει. Σερβίρεται ζεστή ή κρύα.

ΜΛΙΝΑ – ΡΥΖΟΠΙΤΑ ΓΛΥΚΙΑ

 

Υλικά για το χειροποίητο χωριάτικο φύλλο: 1 κιλό αλεύρι , 1 κουταλιά της σούπας ξύδι, μισή κούπα ελαιόλαδο, 1 ποτήρι χλιαρό νερό, αλάτι

Υλικά για την γέμιση: 1,5 κούπα ρύζι Καρολίνα , 3 κούπες νερό, 2 φωλίτσες φιδέ, 1 κούπα ζάχαρη, μισή κούπα σταφίδες ξανθιές , 100 γρ φρέσκο βούτυρο, κανέλα

Εκτέλεση:

Σε μια λεκάνη ρίχνουμε το αλεύρι, το λάδι, το ξύδι, το αλάτι και το χλιαρό νερό. Ζυμώνουμε μέχρι να γίνει η ζύμη μας μαλακή χωρίς να κολλάει στα χέρια. Την πασπαλίζουμε με ελάχιστο αλεύρι, την σκεπάζουμε με μια καθαρή πετσέτα και την αφήνουμε για μισή ώρα  να ξεκουραστεί. Όση ώρα ξεκουράζεται η ζύμη ετοιμάζουμε την γέμιση. Βράζουμε το ρύζι σε ελαφρώς αλατισμένο νερό, για να γίνει σπυρωτό. Σε ένα τηγανάκι λιώνουμε το βούτυρο και τηγανίζουμε το φιδέ σπασμένο σε μικρά κομματάκια και το ανακατεύουμε μέχρι να ροδίσει. Ρίχνουμε το φιδέ, την ζάχαρη και τις σταφίδες μέσα στο ρύζι και ανακατεύουμε. Στρώνουμε το φύλλο σε λαδωμένο ταψί και ρίχνουμε το μείγμα ομοιόμορφα σε όλη την επιφάνεια του ταψιού. Κλείνουμε την πίτα με το δεύτερο χωριάτικο φύλλο και ψήνουμε μέχρι να ροδίσει. Πριν το σερβίρισμα την πασπαλίζουμε με την ζάχαρη ή κανέλα και μέλι. Σερβίρεται ζεστή ή κρύα .

Η μλίνα ,είτε αλμυρή είτε γλυκιά, ήταν απαραίτητη σε κάθε σπίτι, ήταν το πιο εύκολο και οικονομικό έδεσμα για την νοικοκυρά. Την περίοδο της μεγάλης Σαρακοστής ήταν σε καθημερινή βάση στο τραπέζι. Την συνόδευαν με τσάι του βουνού ή με τον καφέ.

-Τι φαί θα φτιαξ σήμιρα γνάικα

-Θα φτιάξου φασλάδα με τσόζια. Φέρει απ του χασαπ’ μισό κιλό πανσέτα κι απ του μπακάλ’ πελτέ κι παπρικα, κρουμίδια λάδ΄κι φασόλια έχου.

 

ΦΑΣΟΛΑΔΑ ΜΕ ΤΣΟΖΙΑ

 

Υλικά: 1 κιλό φασόλια, 2 λίτρα νερό, 1 μεγάλο κρεμμύδι, 1 κούπα ελαιόλαδο, 2 κουταλιές της σούπας  πελτέ ντομάτας , αλάτι, μισό κιλό χοιρινή πανσέτα, 1 κουταλιά της  σούπας  κόκκινη γλυκιά πάπρικα

Εκτέλεση:

Μουλιάζουμε τα φασόλια από την προηγούμενη μέρα και τα βράζουμε περίπου 2 ώρες μαζί με ψιλοκομμένο κρεμμύδι, τον πελτέ και το λάδι. Μόλις βράσει η φασολάδα την τραβάμε στην άκρη και σε ένα τηγάνι σοτάρουμε την ψιλοκομμένη πανσέτα με την πάπρικα. Τα ανακατεύουμε μέχρι τα τσόζια (πανσέτα) να πάρουν ένα ωραίο ροδαλό χρώμα. Κατόπιν τα ρίχνουμε στην ζεστή φασολάδα και ανακατεύουμε μέχρι να χυλώσει. Την σερβίρουμε ζεστή με φρέσκο σπιτικό ψωμί και κόκκινο κρασί. Η φασολάδα συνοδεύεται με ελιές και ξερό κρεμμύδι κομμένο στα τέσσερα.

Η φασολάδα από τα παλιά χρόνια ήταν το καθημερινό πιάτο των κατοίκων του χωριού. Το χοιρινό κρέας υπήρχε σε κάθε σπίτι άφθονο επειδή πολλές οικογένειες εκτρέφαν γουρούνια. Και για να γίνει πιο ενισχυμένη και χορταστική η φασολάδα έριχναν μέσα τα τσόζια. Η ονομασία Τσόζια βγήκε από το χαρακτηριστικό ήχο που κάνει το ξεροψημένο και καυτό κρέας μέσα στην ζεστή φασολάδα. Το πιάτο αυτό το έτρωγαν πολύ συχνά γιατί ο συνδυασμός του οσπρίου με το χοιρινό κρέας και ιδίως με το λίπος τους έδινε δύναμη για να συνεχίσουν τις βαριές αγροτικές εργασίες.

Θα αισθανθεί πολύ όμορφα κάποιος αν επισκεφτεί τα ξωκλήσια του χωριού, τον Άγιο Δημήτριο, τον Άγιο Γεώργιο, την Ζωοδόχο Πηγή, τον Άγιο Χριστόφορο. Σε υψόμετρο 900 μέτρων περίπου στο βουνό σ’ ένα πανέμορφο τοπίο υπάρχει η εκκλησιά της Αγίας Τριάδας στη Μούκλιανη.

Άξια θαυμασμού είναι και η τεχνητή λίμνη στο Μενοίκιο και το δάσος από οξιές και καστανιές, τόσο διάφανο που διαθλά το φως του ήλιου πάνω σου και στις σκιερές γωνιές τα ξεραμένα φύλλα που σου θυμίζουν τον παρατεταμένο χειμώνα. Αν μάλιστα  κάποιος είναι τυχερός μπορεί να συναντήσει και τα άγρια άλογα στο βουνό….

Αλλά και το ίδιο το χωριό προσφέρεται για ήσυχους περιπάτους απολαμβάνοντας την ησυχία και το κρύο καθαρό νερό από τις βρύσες του χωριού.

Το χωριό του Εμμανουήλ Παπά είναι ανεπιτήδευτο και απλοϊκά όμορφο. Αν αναζητάς τη γνήσια επαφή με τη φύση και τους απλούς φιλόξενους και χαμογελαστούς ανθρώπους τότε έχεις βρει τον κατάλληλο προορισμό.

Ιστορία, παράδοση, φιλοξενία  μοσχομυρωδάτα φαγητά  και γλυκά, ίσως σου προκαλέσουν το ενδιαφέρον να επισκεφθείς το ιστορικό χωριό «ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΑΠΑΣ ΣΕΡΡΩΝ»

                            Τότε θα καταλάβεις πόσο ξεχωριστό είναι!!!

*  Η Εύα Πιένκος Ματάκου  είναι : Πρόεδρος Πολιτιστικού Συλλόγου Εμμανουήλ Παπά Σερρών, Σύμβουλος Ασφαλίσεων,Απόφοιτος του University of Physical Education in Warsaw, Απόφοιτος της International Financial Architects Academy, Πρόεδρος Συλλόγου Ανεξάρτητων Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Νομού Σερρών, Μέλος ΔΣ Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Σερρών

 

 

 

 

 

 

 

 

#pgnews

#ΓΕΥΣΗ

#ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ