«Ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΩΣ ΗΓΕΤΗΣ ΕΝΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΟΙΧΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ: Άρθρο της Βασιλικής (Σύλιας) Ζέττα-Φιλόλογου, med, Διευθύντρια 1ου Γυμνασίου Σερρών»

Τα νέα δεδομένα στο χώρο της εκπαίδευσης απαιτούν έναν επαναπροσδιορισμό των βασικών παραγόντων που συνθέτουν την εκπαιδευτική πραγματικότητα, κυρίως όμως φωτίζουν τον ρόλο των εκπαιδευτικών.

Στο συνεχώς μεταβαλλόμενο κοινωνικό γίγνεσθαι ο εκπαιδευτικός πλέον καλείται να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές προκλήσεις και να μετασχηματίσει τον ρόλο του στη βάση μιας προσπάθειας επανακαθορισμού και ανασύνταξης των δυνατοτήτων του και των προτεραιοτήτων του.

Στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα, λοιπόν, ο εκπαιδευτικός καλείται να αναλάβει έναν ηγετικό ρόλο για την προώθηση του σύγχρονου αποτελεσματικού και ανοιχτού σχολείου. Ο μονοσήμαντος ρόλος του πομπού των γνώσεων προς τα νέα μέλη της κοινωνίας φαντάζει πλέον ελλιπής και ατελέσφορος. Η ταχύτητα μετάδοσης των γνώσεων και των πληροφοριών από πολλαπλούς πομπούς στη σύγχρονη εποχή, με κορωνίδα τα ψηφιακά μέσα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν υποβαθμίζει τον ρόλο του εκπαιδευτικού σε αυτόν τον τομέα και επιτάσσουν τον επαναπροσδιορισμό του ηγετικού του ρόλου στην εκπαιδευτική κοινότητα. Ο εκπαιδευτικός έχει πάψει εδώ και καιρό να αποτελεί την αυθεντία παροχής της γνώσης στα νεαρά μέλη των ανθρώπινων κοινωνιών και γι΄ αυτό καλείται να επανακαθορίσει τον ρόλο του και μάλιστα τον ηγετικό του ρόλο στο νέο πλαίσιο ανασυγκρότησης του σχολικού πλαισίου. Το σχολείο πλέον δεν αποτελεί μια κλειστή κοινωνία, αποκομμένη από την ευρύτερη κοινωνία των ανθρώπων. Αντίθετα στη σύγχρονη εποχή η διασύνδεση σχολείου- κοινωνίας επιτάσσει ένα σχολείο ανοιχτό, ένα σχολείο αποτελεσματικό, ένα σχολείο με ενεργό ρόλο στην κοινωνία. Και σε αυτή τη νέα πραγματικότητα ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι ιδιαίτερα καθοριστικός, καθώς αυτός μπορεί να γίνει ο πραγματικός ηγέτης ενός αποτελεσματικού και ανοιχτού σύγχρονου σχολείου.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΩΣ ΗΓΕΤΗ

 

Είναι αδιαμφισβήτητο πως κάθε διοικητικό στέλεχος δεν ενεργεί ηγετικά, καθώς η ηγεσία δεν ασκείται από τη θέση εξουσίας, αλλά από την ικανότητα επιρροής (Κατσαρός, 2008).

Ηγέτης επομένως, ορίζεται το άτομο που ασκεί επιρροή σε άλλα άτομα και τα κάνει να τον ακολουθούν πρόθυμα αλλά και εθελοντικά (Μπουραντάς, 2005). Τα ανώτατα διοικητικά στελέχη συνηθίζεται να αποκαλούνται ηγέτες, χωρίς να ασκούν ηγεσία, χάρη στη δύναμη εξουσίας που διαθέτουν και τη διοικητική εξουσία που ασκούν. Ωστόσο,  ηγεσία μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε αν αυτός με κάποιο τρόπο, ασκήσει επιρροή σε άλλους και διαθέτει την ικανότητα να τους κάνει να τον «ακολουθήσουν».

Φυσικά όμως για να ασκήσει ο ηγέτης επιρροή χρειάζεται να «εκμεταλλευτεί» διαδικασίες του management, όπως  ο προγραμματισμός, η Διαχείριση, ο Έλεγχος, και η Οργάνωση (Μπουραντάς, 2005). Συνεπώς οι παραπάνω έννοιες είναι συμπληρωματικές και αλληλοεπηρεαζόμενες (Kottler, ΧΗ όπως αναφέρεται στο Μπουραντάς, 2005).

Στον πίνακα που ακολουθεί μπορούμε να δούμε τα χαρακτηριστικά της μετασχηματιστικής ηγεσίας, αυτής δηλαδή που έχει τη δύναμη να «αλλάζει» τα δεδομένα, να επηρεάζει την ομάδα και να προωθεί την καινοτομία και τις αλλαγές.

Χαρακτηριστικά μετασχηματιστικής ηγεσίας
Εξιδανικευμένη επιρροή

·         Όραμα

·         Χάρισμα

·         Σεβασμός

·         Ακεραιότητα

·         Προβολή προτύπων

Εμπνευσμένη υποκίνηση

·         Δέσμευση για στόχους

·         Επικοινωνία

·         Ενθουσιασμός

 

Διανοητική διέγερση

·         Λογική

·

Πηγή: Bass & Riggio, 2005

Επίλυση προβλημάτων

Εξατομικευμένο ενδιαφέρον

·         Προσωπική προσοχή

·         Παροχή συμβουλών (Mentoring)

·         Διάλογος

·         Ενδυνάμωση

Στην εποχή μας, τη διαρκώς μεταβαλλόμενη με το πλήθος των δυναμικών αλλαγών,  ο σύγχρονος εκπαιδευτικός οφείλει πλέον να διαθέτει χαρακτηριστικά ενός μετασχηματιστικού ηγέτη, αν επιθυμεί να είναι αποτελεσματικός, δημιουργικός και να ηγείται ενός ανοιχτού και αποτελεσματικού σχολείου.

Σε έναν περιεκτικό ορισμό για τον μετασχηματιστικό ηγέτη, οι Ράπτης & Βιτσιλάκη (2007, σ.69) αναφέρουν πως «Ο μετασχηματιστικός ηγέτης, λοιπόν, όχι μόνο προσαρμόζει τη συμπεριφορά του στην περίσταση, αλλά προσπαθεί να τη μετασχηματίσει, αφού δεν τη θεωρεί δεδομένη και στατική».

Συνεπώς, η μετασχηματιστική ηγεσία μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα σύστημα από χαρακτηριστικά και συμπεριφορές του ηγέτη, που υποβοηθά τη διαδικασία της άσκησης ηγετικής συμπεριφοράς σε κάθε περίσταση, με σκοπό την αλλαγή. Στη παρούσα φάση αλλαγής και μετασχηματισμού της κοινωνίας στην οποία βρισκόμαστε τα τελευταία χρόνια είναι επόμενο ο ρόλος του εκπαιδευτικού να είναι ενεργητικός και υπεύθυνος.

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Με την πάροδο των ετών παρατηρείται πλέον το φαινόμενο της εισχώρησης διάφορων όρων και ορολογιών από άλλα επιστημονικά πεδία και στον επιστημονικό χώρο της εκπαίδευσης, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την εξέταση όρων και καταστάσεων, όπως αυτό της ηγεσίας και της διοίκησης της στον χώρο της εκπαίδευσης. Ο Leithwood (1994) μιλώντας για το χώρο της εκπαίδευσης παρουσιάζει τις οκτώ (8) διαστάσεις της μετασχηματιστικής ηγεσίας:

  • Οικοδόμηση οράματος σχολείου
  • Καθορισμός στόχων
  • Παροχή πνευματικής διέγερσης
  • Παροχή εξατομικευμένης υποστήριξης
  • Μοντελοποίηση βέλτιστων πρακτικών
  • Επίδειξη υψηλών προσδοκιών απόδοσης
  • Δημιουργία παραγωγικής σχολικής κουλτούρας
  • Ανάπτυξη δομών για την προώθηση της συμμετοχής στις αποφάσεις του σχολείου

Τα αποτελέσματα και οι ενέργειες ενός αποτελεσματικού ηγέτη στην εκπαίδευση, που στην προκειμένη περίπτωση δεν επιθυμούμε να είναι  μόνο ο διευθυντής, αλλά και ο κάθε εκπαιδευτικός, αφορούν τόσο τους/τις εκπαιδευτικούς και τον εκπαιδευτικό οργανισμό, το σχολείο ή κάποιον άλλο φορέα εκπαίδευσης, όσο και το ευρύτερο περιβάλλον αλλά και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, σύμφωνα με την Μπρίνα (2008).

Ειδικότερα, η ίδια συγγραφέας αναφέρει πως ο/η Διευθυντής/ντρια «…πρέπει να επιτυγχάνει αποτελέσματα σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί στο στάδιο του προγραμματισμού» (2008, σ.167). Προσαρμόζοντας τα παραπάνω στον/στην εκπαιδευτικό γίνεται εύκολα αντιληπτό πως αν ο ίδιος αγωνίζεται για την επίτευξη των μαθησιακών και εκπαιδευτικών στόχων που έχει θέσει για τους μαθητές, τους γονείς και τους άλλους εκπαιδευτικούς.

Στο ίδιο πνεύμα και ο  Κατσαρός τονίζει πως στο πλαίσιο του προγραμματισμού μπορούν να ενταχθούν διάφορα εκπαιδευτικά θέματα, όπως η υλοποίηση του αναλυτικού προγράμματος σπουδών και άλλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και εκπαιδευτικών εκδηλώσεων, για θέματα εκπαιδευτικού προσωπικού, όπως η δημιουργία και η ανάπτυξη κλίματος συνεργασίας και η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, για διοικητικά θέματα, για θέματα υλικοτεχνικής υποδομής και για θέματα επικοινωνίας με το εξωσχολικό περιβάλλον, όπως η επαφή με την κοινωνία.

Ακόμη πιο συγκεκριμένα ο Κατσαρός (2008) κάνει λόγο για δύο παράγοντες που επηρεάζουν το ρόλο του ηγέτη και αυτοί είναι η διάθεση ανάληψης του ρόλου, και οι ικανότητες που οι ίδιοι έχουν, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος και ο Μπουραντάς (2005) εξετάζοντας την ηγεσία συστημικώς, παρουσιάζει τις δύο συνιστώσες των ηγετικών χαρακτηριστικών, τη διάθεση και την ικανότητα. Σύμφωνα με αυτόν, η διάθεση προσδιορίζεται από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ηγέτη, ενώ η ικανότητα εμπεριέχει τις ικανότητες που διαθέτει για αποτελεσματική άσκηση της ηγεσίας (Μπουραντάς, 2005).

Για να μπορέσει, λοιπόν, να ασκήσει αποτελεσματικά τον ηγετικό του ρόλο ο/η διευθυντής/ντρια αλλά και ο/η εκπαιδευτικός δεν αρκεί να λειτουργεί απλά ως μάνατζερ ή προϊστάμενος, αλλά κυρίως ως ηγέτης. Και αυτό γίνεται γιατί, όπως αναφέρει ο Ευθυμιόπουλος (2014), η ηγεσία «ασχολείται με το όραμα, τα αποτελέσματα, και τους ανθρώπους». Ωστόσο, «η έννοια της ηγεσίας τείνει να οριστεί ως η διαδικασία επηρεασμού της σκέψης, των συναισθημάτων, των στάσεων και των συμπεριφορών μιας μικρής ή μεγάλης, άτυπης ή τυπικής ομάδας ανθρώπων (οπαδοί) από ένα άτομο (ηγέτη), με τέτοιο τρόπο ώστε εθελοντικά και πρόθυμα… να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό… για ένα καλύτερο μέλλον» (Μπουραντάς, 2005 στο Ευθυμιόπουλος 2014).

Για την καλύτερη όμως ερμηνεία της έννοιας του επηρεασμού  χρησιμοποιείται ο όρος «έμπνευση», διότι ο όρος «επιρροή» παραπέμπει συνήθως στην υπόνοια της υποταγής και της παθητικής στάσης στην σχέση των ανθρώπων της ομάδας με το άτομο ηγέτη.

Αυτό συνεπάγεται ότι και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να οραματιστούν και να κατανοήσουν τον όρο αυτό της «έμπνευσης» με στόχο να δημιουργηθεί και να υπάρχει μια αρμονική σχέση ανάμεσα σε αυτούς και το άτομο που θα αναλάβει την διοίκηση της σχολικής μονάδας.

Με τη σειρά του ο/η εκπαιδευτικός–ηγέτης θα πρέπει να παρατηρεί και να καταλαβαίνει το κοινό αίσθημα και το κλίμα που επικρατεί στην σχολική του μονάδα και μέσα από τις ηγετικές του ικανότητες να προσπαθεί, μέσω δημιουργικότητας, να ξεπερνάει όποιες τυχόν δυσκολίες υπάρχουν και να συμβάλλει στην δημιουργία ενός κλίματος ικανού για την ομαλή και εύκολη λειτουργία της σχολικής μονάδας.

Ο/Η εκπαιδευτικός που τολμά λοιπόν να μετασχηματίσει τον ρόλο του και να δει πέρα και πάνω από τη μετάδοση της παραδεδομένης γνώσης, είναι ο εκπαιδευτικός που θα δημιουργήσει μαζί με τους μαθητές του, που θα επικοινωνήσει, που θα συνεργαστεί με άλλους συναδέλφους, που θα ευαισθητοποιήσεις τους νέους και τις οικογένειες τους, που θα αναλάβει πρωτοβουλίες και κοινωνικές δράσεις. Είναι αυτός που τελικά θα αποτελέσει τον ηγέτη ενός ανοιχτού και αποτελεσματικού σχολείου.

ΗΓΕΤΙΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Προσεγγίζοντας, λοιπόν, τις ικανότητες του αποτελεσματικού ηγέτη μπορούμε να διακρίνουμε πως χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, αρχικά τις ικανότητες των ρόλων και στη συνέχεια τις μετα-ικανότητες.

Αναλυτικότερα, οι ικανότητες των ρόλων είναι ουσιαστικά οι ικανότητες εκείνες που έχει ένα άτομο για να ασκήσει ξεχωριστά κάθε ρόλο της ηγετικής συμπεριφοράς, δηλαδή ο ηγέτης θα πρέπει να έχει την ικανότητα να ασκήσει ένα ρόλο, ενώ οι μετα-ικανότητες, σύμφωνα με τον Μπουραντά (2005), είναι οι ικανότητες εκείνες που προϋποθέτουν την ανάπτυξη άλλων ικανοτήτων. Αυτές είναι η ικανότητα δημιουργικής λήψης αποφάσεων, η ικανότητα επικοινωνίας, η συστημική σκέψη και η συναισθηματική νοημοσύνη.

Όσον αφορά στην ικανότητα δημιουργικής λήψης αποφάσεων και στην ικανότητα επικοινωνίας, σύμφωνα με τον Μπουραντά είναι αυτές οι ικανότητες που προσδιορίζουν την ύπαρξη της ορθής λήψης αποφάσεων και επικοινωνίας στην άσκηση της ηγετικής συμπεριφοράς. Η συστημική σκέψη είναι η ικανότητα του ατόμου να βλέπει τα πράγματα ως ολότητες, που αποτελούνται από αλληλοεπιδρώμενα μέρη και βοηθά στη διαμόρφωση στρατηγικής, στην επίλυση προβλημάτων και στη συνεχή μάθηση (Μπουραντάς, 2005). Η συναισθηματική νοημοσύνη είναι μια ομάδα ικανοτήτων που εμπεριέχει τις ικανότητες της ενσυναίσθησης, της αυτοεπίγνωσης και της αυτορρύθμισης (Μπρίνια, 2008). Οι ηγέτες που εκφράζουν συναισθηματική νοημοσύνη είναι εκφραστές του μετασχηματιστικού μοντέλου ηγεσίας, του μοντέλου της αλλαγής με σκοπό τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, σύμφωνα με τον Δελλατόλα (2010).

Αντιλαμβανόμαστε με σαφήνεια πως ο/η εκπαιδευτικός που διαθέτει στρατηγική στην επίλυση των εκπαιδευτικών προβλημάτων/ζητημάτων, που καλλιεργεί την επικοινωνία με όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας, που αναπτύσσει τη συναισθηματική του νοημοσύνη, έτσι ώστε μέσω της ενσυναίσθησης να αντιλαμβάνεται πλήρως τη θέση των άλλων, μπορεί να επιτύχει τους στόχους ενός ανοιχτού και αποτελεσματικού σχολείου.

Ένας άλλος παράγοντας που μας προξενεί το ενδιαφέρον στη σύγχρονη βιβλιογραφία είναι η αναφορά στις ειδικές δεξιότητες των εκπαιδευτικών- ηγετών στον τομέα της εκπαίδευσης, όπου σύμφωνα με τον Σαΐτη (2005) χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες και είναι οι εξής:

  • Η ικανότητα του «συνεργάζεσθαι», η οποία περιέχει το θετικό εργασιακό περιβάλλον, τις θετικές διαπροσωπικές σχέσεις, την διάγνωση και αξιοποίηση ικανοτήτων και κινήτρων των εκπαιδευτικών, τον σεβασμό και, τέλος, την κατανόηση και την αντικειμενικότητα.
  • Η επαγγελματική ικανότητα, η οποία περιέχει την εκτίμηση καθηκόντων, ευθυνών και προβλημάτων, την εποπτεία προσωπικού και, τέλος, την λήψη ορθολογικών αποφάσεων.
  • Η αντιληπτική ικανότητα, η οποία περιέχει την παρατήρηση – παρατηρητική ιδιότητα, την διοικητική φαντασία και, τέλος, την ενεργητικότητα.

 

Καθορίζονται με αυτόν τον τρόπο ιδιαίτερα ευδιάκριτα όλα τα χαρακτηριστικά που οφείλει να διαθέτει ένας εκπαιδευτικός-ηγέτης, ο οποίος κατέχοντας αρχικά με επάρκεια το γνωστικό αντικείμενό του θα πρέπει να μπορεί να διαμορφώνει θετικό εργασιακό κλίμα, να συνεργάζεται αποτελεσματικά με τη διοίκηση του σχολείου αλλά και με τους συναδέλφους του και να προωθεί την καινοτομία και τη δημιουργικότητα στο σχολείο.

Μελέτες βέβαια υποστηρίζουν ότι η προώθηση καινοτόμων προγραμμάτων είναι αποτελεσματική, μόνο όταν η εκπαιδευτική καινοτομία αντιμετωπίζεται ως διαδικασία και όχι ως γεγονός Σε αυτήν την προσπάθεια οι εκπαιδευτικοί αποτελούν το «κλειδί» της εφαρμογής κάθε εκπαιδευτικής καινοτομίας και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να στρέφεται η προσοχή των μελετητών στον τρόπο με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται και υιοθετούν  την εφαρμογή  καινοτομίας. Η εμπλοκή του εκπαιδευτικού στην όλη διαδικασία της καινοτομίας και η δημιουργία κοινών στόχων και αξιών, οδηγούν στο άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία και λειτουργούν αποτελεσματικά για την ανάπτυξη της δημιουργικότητας  των μαθητών.

( Hargreaves & Evans, 1997;  Sarason, 1996; Fullan, 1991).

Η Μπρίνια (2008), μεταξύ άλλων παρατηρεί πως ένας αποτελεσματικός ηγέτης πρέπει να διαθέτει και ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά επιπροσθέτως, όπως το όραμα, η αυτοεκτίμηση, η πίστη σε αξίες και ιδεώδη, η αυτοπεποίθηση, το θάρρος, το κουράγιο, αλλά και ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό, αυτό της αυτοπειθαρχίας, καθώς παράλληλα κάνει λόγο και για σημαντικές ικανότητες, όπως η επίλυση προβλημάτων, η λήψη αποφάσεων, η επικοινωνία και η συναισθηματική νοημοσύνη.

Τέλος η Χρονοπούλου (2012) επισημαίνει πως ο αποτελεσματικός ηγέτης, χρησιμοποιεί, τόσο τις ηγετικές, όσο και τις διοικητικές πρακτικές με ορθολογικό τρόπο με σκοπό την επίτευξη των στόχων του σχολείου, μια άποψη που επιβεβαιώνεται και από  τη ρήση του Μπουραντά, ο οποίος υπογραμμίζει πως για να είναι επιτυχημένος και αποτελεσματικός ένας οργανισμός δεν αρκεί το management, χρειάζεται και η ηγεσία (Μπουραντάς, 2005).

Έτσι συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η αποτελεσματικότητα των στόχων και της λειτουργίας ενός σχολείου καθορίζεται σε έναν μεγάλο βαθμό από τους εκπαιδευτικούς που έχουν τα χαρακτηριστικά του ηγέτη και λειτουργούν ως ηγέτες τόσο στο σχολικό περιβάλλον όσο και στην κοινωνία.

#pgnews

#Ε-ΑΠΟΨΕΙΣ