Όλοι οι άνθρωποι, κατά το ευδαιμονιστικό αξίωμα, επιδιώκουν την ευδαιμονία, της οποίας ωστόσο το περιεχόμενο διαφορετικά νοείται. Όλοι πάλι και προπάντων όσοι τυχαίνει να κατέχουν κάποια σημαντική θέση στη ζωή σε οποιονδήποτε τομέα, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, ενδιαφέρονται για την υστεροφημία τους.
Όσο κι αν η υστεροφημία περιορίζεται κυρίως στους τελευταίους, αυτούς που κατέχουν δηλαδή κάποια σημαίνουσα θέση, κανονικά οφείλει να ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους, γιατί όλοι έχουν ίσα δικαιώματα στην ευδαιμονία και στην υστεροφημία. Όλοι, άλλωστε, αγωνίζονται, όσο οι περιστάσεις το επιτρέπουν, να δημιουργήσουν κάτι στη ζωή ―εκτός παραβατικών και αντικοινωνικών συμπεριφορών― και αυτό το κάτι να μνημονεύεται με καλόν τρόπο από τους μεταγενεστέρους.
Όπως η ευδαιμονία έτσι και η υστεροφημία ενδιαφέρει ή οφείλει να ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους, γιατί καθίσταται θετικός παράγοντας για την επιτέλεση καλών έργων. Ιδιαίτερα βέβαια η υστεροφημία, όπως προαναφέρθηκε, ενδιαφέρει όσους κατέχουν σημαντικές θέσεις στην κοινωνία, σε οποιονδήποτε τομέα, και μάλιστα επιβάλλεται να ενδιαφέρει τον πρωθυπουργό μιας χώρας, πολύ δε περισσότερο όταν το σύστημα της χώρας είναι πρωθυπουργοκεντρικό. Για να πετύχει όμως κανείς το καλό του τόπου δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Ο συγγραφέας του άρθρου αυτού δεν υπεισέρχεται σε δίκην προθέσεων και θεωρεί ως δεδομένο ότι όλοι οι πρωθυπουργοί οι εκλεγμένοι από τον λαό με ελεύθερες εκλογές έχουν καλές προθέσεις. Το κακό όμως είναι ότι δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται κοντά σ’ αυτές να υπάρχει και η ανάλογη ικανότητα, συνάρτηση πολλών παραγόντων. Χωρίς την ικανότητα αυτή οι προθέσεις όχι μόνο δεν αρκούν, αλλά καμιά φορά, αν μάλιστα συντελέσουν και άλλοι παράγοντες, ενδέχεται οι καλές προθέσεις να οδηγήσουν σε στόχους υπέρμετρους και εξωπραγματικούς και τότε, χωρίς την ανάλογη ικανότητα, οι περιπέτειες στις οποίες οδηγεί την χώρα ο υποσχόμενος πολλά δυσανάλογα προς τις ικανότητές του είναι μεγάλες. Αυτό δυστυχώς συνέβη με τον σημερινό πρωθυπουργό, τον Γεώργιο Α. Παπανδρέου, τρίτο πρωθυπουργό σε ευθεία διαδοχή, από την ίδια οικογένεια. (Από την άλλη οικογένεια η διαδοχή δεν ήταν ευθεία, καθότι ο δεύτερος ήταν ανιψιός του πρώτου.)
Ως υπόθεση εργασίας θα αποτολμήσω να ονομάσω ευθέως τον σημερινό πρωθυπουργό τον μοιραίο πρωθυπουργό της χώρας από την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους. Την άποψη αυτή θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω. Προτού όμως προχωρήσω, ας μού επιτραπεί ν’ αναφέρω ότι το 2009, πολύ πριν από την προκήρυξη των εκλογών, με κάπως περίσσιο θράσος απέστειλα επιστολές στον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή και στον τότε Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, στις οποίες επεσήμαινα στον μεν πρώτο ότι το αξίωμα που κατέχει είναι ανώτερο από τις ικανότητές του, στον δε δεύτερο ότι το αξίωμα που διακαώς επεδίωκε υπερέβαινε τις ικανότητές του.
Αμέσως μετά τον προεκλογικό λόγο του Γεωργίου Παπανδρέου στην Αλεξανδρούπολη στις 9/9/2009, αν θυμάμαι καλά, έγραψα άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε τις επόμενες μέρες σ’ εφημερίδα των Ιωαννίνων, σ’ εφημερίδα των Σερρών και σε δύο εφημερίδες της Νιγρίτας, στο οποίο άρθρο τόνιζα ότι η αναφορά του σχεδόν βέβαιου τότε πρωθυπουργού στον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, ως έργο που εξυπηρετούσε κυρίως τα συμφέροντα μιας από τις τρεις χώρες, της Ρωσίας, ήταν πολύ άστοχη. Δεν πίστευα ότι η αναφορά εκείνη θα ήταν μια μεμονωμένη αστοχία, αλλά αρχή πολλών άλλων πολύ χειροτέρων.
Δυστυχώς η εξέλιξη των πραγμάτων και οι επανειλημμένες ακατανόητες ενέργειες ξεπέρασαν κάθε πρόβλεψη. Έτσι, μετά τον εκλογικό θρίαμβο της 4ης Οκτωβρίου και ενώ τα spreads για τα ελληνικά ομόλογα ήταν γύρω στις εκατόν πενήντα μονάδες, πράγμα που σήμαινε ότι ήταν δυνατός ο δανεισμός δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ με χαμηλό επιτόκιο, ώστε να καλυφθούν οι δανειακές ανάγκες της χώρας, για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο πρωθυπουργός έπραξε ―χωρίς ασφαλώς κακή πρόθεση― ό,τι θα έπραττε ο χειρότερος εχθρός της Ελλάδος. Πρώτον, δεν προέβη σε δανεισμό αναγκαίο για τις ανάγκες της χώρας, τις οποίες με κάθε λεπτομέρεια εγνώριζε και από τις ενημερώσεις του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος και από την ενημέρωση που τού έκανε ο προκάτοχός του, όταν τού ζήτησε να βοηθήσει και πεισμόνως αρνήθηκε, αλλά και από τη συζήτηση που είχε με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών τον Ιανουάριο του 2009, όπως ο Γερμανός υπουργός αποκάλυψε το 2010 και μετά την υπογραφή (8 και 10 Μαΐου του 2010) του περίφημου Μνημονίου. Αρκούμαι σ’ αυτές τις τρεις βέβαιες πηγές πλήρους ενημέρωσής του για την κατάσταση της οικονομίας, ενώ ασφαλώς υπήρξαν και πολλές άλλες.
Το δεύτερο ολέθριο για τη χώρα και άκρως αποφασιστικό για την υστεροφημία του λάθος ήταν το γεγονός ότι όχι μόνο δεν έλαβε μέτρα για μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού του 2009 (προϋπολογισμού που είχε κάνει βέβαια η προηγούμενη κυβέρνηση και σίγουρα είχε πέσει έξω στις προβλέψεις της), μέτρα τα οποία έμπειρα στελέχη του κόμματός του (κ. Βάσω Παπανδρέου) υπέδειξαν στον άπειρο υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου ήδη τον Οκτώβριο του 2009, γεγονός που ο Γ. Παπακωνσταντίνου δεν διέψευσε, αλλά φρόντισε ―κατά τρόπο ακατανόητο― να διευρύνει το έλλειμμα του 2009. Πίστευε, φαίνεται, ο πρωθυπουργός παιδαριωδώς, ότι όσο περισσότερο έλλειμμα έριχνε στον προϋπολογισμό του 2009, άσχετα αν το τελευταίο τρίμηνο του έτους καλυπτόταν από τη δική του πρωθυπουργία, τόσο καλύτερα θα ήταν για τον εαυτό του και το κόμμα του. Αλίμονο στις χώρες που οι πρωθυπουργοί τους θέτουν το κομματικό συμφέρον υπεράνω του εθνικού και λησμονούν τη βασική αρχή της πολιτικής επιστήμης ότι το κράτος έχει συνέχεια. Αν μάλιστα ευσταθούν οι καταγγελίες μελών της ΕΛΣΤΑΤ (βλ. «Ελευθεροτυπία» 15-9-2011) ότι επίτηδες αύξησαν το έλλειμμα του ελληνικού προϋπολογισμού του έτους 2009, ώστε αυτό να είναι μεγαλύτερο από το ιρλανδικό (14%), όπως αποκάλυψαν επίλεκτα μέλη της ΕΛΣΤΑΤ (Καθηγήτρια Ζωή Γεωργαντά, Αντιπρόεδρος κ. Λογοθέτης και το μέλος κ. Σκορδάς), τότε θα πρόκειται για έγκλημα εσχάτης προδοσίας, αφού αυτό (το υψηλότερο έλλειμμα στην Ευρωζώνη) έδινε το δικαίωμα στους τοκογλύφους και κερδοσκόπους να οδηγήσουν την Ελλάδα σε πρωτόγνωρη οικονομική εξαθλίωση και ανείπωτο διεθνή διασυρμό.
Το τρίτο εξίσου και περισσότερο ακατανόητο λάθος το οποίο διέπραξε είναι ότι επιδόθηκε σε έναν διεθνή διασυρμό της χώρας, διακηρύσσοντας σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης ―άκουσον, άκουσον!―, ότι όχι μόνο είναι υπερχρεωμένη, αλλά και ότι είναι διεφθαρμένη. Χρησιμοποίησε μάλιστα κι έναν ιατρικό όρο, ότι δηλαδή η «ελληνική οικονομία βρίσκεται στην εντατική». Την ίδια εποχή (Οκτώβριος του 2009) ο Υπουργός Οικονομικών στο Eurogroup στις Βρυξέλλες έκανε την μεγάλη αποκάλυψη, την οποία μάλιστα επανέλαβε αμέσως μετά και σε μακρά συνέντευξη τύπου που παραχώρησε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, ότι δηλαδή το έλλειμμα του ελληνικού προϋπολογισμού για το 2009 θα δηλωνόταν με διψήφιο κι όχι με μονοψήφιο αριθμό. Από τότε τα spreads πήραν την ανοδική πορεία. Αυτό ήταν το συμπέρασμα επιτροπής της Comission που συστήθηκε τον Μάρτιο του 2010 κατόπιν αιτήματος της Άνγκελα Μέρκελ, του Νικολά Σαρκοζί, του Ζ.-Κ. Γιουνκέρ και του Γ. Παπανδρέου. (Οι ανακοινώσεις των συμπερασμάτων της επιτροπής έγιναν τον Νοέμβριο του 2010? βλ. σχετικό άρθρο μου αρχές του Δεκεμβρίου του 2010 στην «Ελευθεροτυπία», αναδημοσιευθέν στον περιφερειακό τύπο τριών πόλεων.)
Το τέταρτο λάθος είναι ότι δεν απευθύνθηκε σε χώρες που προσέφεραν δάνεια με χαμηλά επιτόκια (Ρωσία, Κίνα), αλλά ερωτοτροπούσε με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ήδη πριν από τις εκλογές και οπωσδήποτε από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2009, όπως αποκάλυψε ο φίλος του Διευθυντής τότε του Δ.Ν.Τ. Ντομινίκ Στρως-Καν.
Τα λάθη δεν έχουν τελειωμό. Γι’ αυτό έγραψα στην αρχή του άρθρου μου ότι δεν αρκούν οι καλές προθέσεις, αλλά απαιτείται και ανάλογη ικανότητα. Στην προκειμένη περίπτωση η δυσφήμιση της χώρας ως διεφθαρμένης και η χρησιμοποίηση λογοπαιγνίων με συγκρίσεις με τον Τιτανικό, λες και επρόκειτο για παιδιά ανήλικα που παίζουν με καραβάκια σε λιμνούλες, συνοδεύτηκαν με πολύμηνη απραξία, με άρνηση βοήθειας από χώρες που ζητούσαν χαμηλά επιτόκια, με πολλές άλλες παιδαριώδεις ανεύθυνες διατυπώσεις για πιστόλια πάνω στο τραπέζι, για ό,τι απίθανο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Και ως εάν όλα αυτά δεν ήταν αρκετά για γελοιοποίηση, επαναλαμβανόταν η βεβαιότητα ότι ήρθε αυτός (ο πρωθυπουργός) και το κόμμα του ν’ αλλάξουν τη χώρα. Πράγματι την άλλαξαν, αλλά προς ποια κατεύθυνση… Θλίβομαι βαθιά που τα γράφω αυτά.
Επτά μήνες λοιπόν μετά τις εκλογές υπογράφτηκε τον Μάιο του 2010 το περίφημο πρώτο Μνημόνιο. Ούτε αυτός ούτε ο υπουργός Οικονομικών φαίνεται ότι γνώριζαν τι κείμενο υπέγραφαν. Και μόνο το γεγονός ότι το Μνημόνιο με δανειστές την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκπονήθηκε με αδρά αμοιβή εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου από το ίδιο δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου που είχε εκπονήσει το σχέδιο Ανάν για την Κύπρο, όφειλε να κάνει τους υπογράφοντες να υποψιαστούν. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη.
Ένα χρόνο μετά την εφαρμογή του Μνημονίου, κατά τρόπο όμως ελλιπή, γιατί το Μνημόνιο προέβλεπε εξασφάλιση εσόδων κατά 2/3 από περικοπές δαπανών και είσπραξη εσόδων με την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και κατά το 1/3 από περικοπή μισθών και συντάξεων, ενώ η κυβέρνηση αντέστρεψε την αναλογία, το Μνημόνιο αποδείχτηκε αναποτελεσματικό.
Τότε, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2011 ο πρωθυπουργός βρέθηκε σε δεινή θέση, καθώς θα βρισκόταν κάθε ένας που θα ασχολούνταν με κάτι που υπερέβαινε τις δυνάμεις του. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός υπέβαλε για λίγες βέβαια ώρες την παραίτησή του στον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Κι αυτό ήταν πρωτοτυπία από τις λίγες. Μετά ανακάλεσε μπροστά στην κατακραυγή των δανειστών και των στελεχών του κόμματός του και την επόμενη ημέρα εκχώρησε το ήμισυ ―τουλάχιστον― της εξουσίας στο στέλεχος του κόμματός του, με το οποίο συγκρούστηκε μετά τις εκλογές του 2007.
Πάλι άρχισαν τα μεγάλα λόγια. Ο πρωθυπουργός ζήτησε δουλειά ώστε η χώρα να μην ξαναβρεθεί στη δύσκολη θέση του Ιουνίου, οπότε χρειάστηκε να ψηφιστεί Νέο Μνημόνιο που επιβεβαίωσε την αποτυχία του πρώτου, αλλά οι υπογράψαντες αυτό υπόσχονταν πιστή εφαρμογή με σκληρή δουλειά. Με αυτές και άλλες υποσχέσεις οι «σωτήρες» δανειστές πήραν την απόφαση της 21ης Ιουλίου με ανεπίτρεπτες εκ μέρους του πρωθυπουργού εκχωρήσεις της εθνικής κυριαρχίας της χώρας. Αυτό αποκαλύφθηκε από τα επίσημα χείλη, Γιούνκερ, Σόιμπλ και άλλους.
Ο πρωθυπουργός ανάσανε με βαριά στην αρχή ―είναι αλήθεια― καρδιά, αλλά εν συνεχεία επανήλθε στους πανηγυρισμούς. Προς το τέλος λοιπόν του Ιουλίου αυτός και ο αντιπρόεδρός του και υπουργός Οικονομικών, αλλά άσχετος με τα οικονομικά, δεσμεύτηκαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων εντός και εκτός Ελλάδος ότι θα δουλέψουν σκληρά. Γρήγορα όμως λησμόνησαν τα υπεσχημένα και έφυγαν για διακοπές. Λέγεται ότι ο πρωθυπουργός με μεγάλη κουστωδία, που πλήρωσε το Ελληνικό Δημόσιο, ασκήθηκε αυτή τη φορά με κανό και επισκέφτηκε, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, τέσσερα νησιά. Αλλά στις αρχές Σεπτεμβρίου 2011 η Τρόικα ανακάλυψε ότι τίποτε σχεδόν δεν είχε γίνει. Γι’ αυτό και σήμερα (11-9-2011) ανακοινώθηκαν άλλα εισπρακτικά μέτρα. Η ύφεση θα φθάσει πολύ χαμηλά και το ήμισυ και παραπάνω του ελληνικού λαού, οι μη προνομιούχοι, θα υποφέρουν όσο δεν υπέφεραν εδώ και πολλές δεκαετίες. Το κακό είναι ότι οι ηγεσίες: πολιτειακή, πολιτική, πνευματική, θρησκευτική, συνδικαλιστική, καθώς και η μεγαλοαστική τάξη, διατηρούν ανέπαφα τα προνόμιά τους. Παράλληλα, ο διεθνής διασυρμός της χώρας δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους.
Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους με πλήρη επίγνωση αποκαλώ τον Γεώργιο Α. Παπανδρέου «μοιραίο πρωθυπουργό» της Ελλάδος. Οδήγησε τη χώρα σε φοβερή οικονομική εξαθλίωση και σε πρωτόγνωρο διεθνή διασυρμό. Αυτός που θα την έσωζε την κατέστρεψε με όλη τη σημασία των λέξεων. Επαναλαμβάνω όμως, ακολουθώντας τη σωκρατική αρχή: είναι προτιμότερο να αδικείσαι παρά να αδικείς, ότι θλίβομαι βαθύτατα κι αυτά τα έγραψα με πόνο ψυχής. Εύχομαι ολόψυχα να κάνω λάθος και τότε θα ζητήσω χίλιες φορές συγγνώμη.
Γράφει:
ο συμπατριώτης μας
ΧΡΙΣΤΟΣ Α. ΤΕΖΑΣ
τ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΠΡΩΗΝ
ΑΝΑΠΛ. ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Φ.Π.Ψ.
ΙΔΡΥΤΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ (2003 – 2008)
ΤΟΥ (ΔΗΜΟΣΙΟΥ)
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΠΛΑΤΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ